ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ ΕΓΚΕΦΑΛΙΤΙΔΑΣ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Σε σοβαρή κατάσταση με εγκεφαλίτιδα νοσηλεύονται τρεις ηλικιωμένοι στο Νοσοκομείο Ειδικών Παθήσεων της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι κατά πάσα πιθανότητα προσβλήθηκαν από τον ιό του Δυτικού Νείλου, έπειτα από τσίμπημα κουνουπιού. Αλλοι επτά παρακολουθούνται από τους γιατρούς του νοσοκομείου, χωρίς όμως η κατάσταση της υγείας τους να εμπνέει ανησυχία, ενώ ένας έλαβε χθες εξιτήριο...
Τα περιστατικά εντοπίστηκαν σε περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας και ειδικότερα στο Κιλκίς, στην Ημαθία, στη Βέροια και στην Κατερίνη. Οι ειδικοί δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να καταγραφούν και άλλα περιστατικά σε γύρω περιοχές, καθώς τα κουνούπια κάνουν καθημερινά μεγάλες διαδρομές. Την ίδια στιγμή όμως συνιστούν ψυχραιμία, καθώς υποστηρίζουν ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας. Η ηγεσία του υπουργείου Υγείας έχει ήδη δώσει εντολή στους διοικητές των νοσοκομείων να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στα εμπύρετα περιστατικά.
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας κ. Αντ. Δημόπουλο, «επειδή υπάρχουν κρούσματα σε αρκετές γύρω χώρες, αναμέναμε κάποια στιγμή να παρουσιαστούν περιστατικά και στην Ελλάδα». Δεν αποκλείει όμως το ενδεχόμενο να υπήρχαν και στο παρελθόν κάποια ελαφρά εμπύρετα περιστατικά, στα οποία επειδή δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία, δεν καταγράφηκαν.
Από την ανακοίνωση του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) γίνεται κατανοητό ότι ακόμη δεν είναι εκατό τοις εκατό σίγουρη η εργαστηριακή διάγνωση των ένδεκα περιστατικών εγκεφαλίτιδας. «Πιθανώς οφείλεται στον ιό του Δυτικού Νείλου (ή άλλον παρόμοιο ιό)», σημειώνεται στην ανακοίνωση που εξεδόθη μετά την ενημέρωση που είχαν οι αρμόδιοι του ΚΕΕΛΠΝΟ από τους υπευθύνους του Α΄ Εργαστηρίου Μικροβιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σε άλλο σημείο αναφέρεται ότι από τα ένδεκα περιστατικά εγκεφαλίτιδας «δύο έχουν επιβεβαιωθεί και εννέα είναι πιθανά».
Μολονότι η τεκμηρίωση της διάγνωσης με τεχνικές μοριακής βιολογίας εκκρεμεί, σε σύσκεψη που συγκάλεσε ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας με τους εμπειρογνώμονες του ΚΕΕΛΠΝΟ αποφασίστηκε να ληφθούν τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα. Ειδικότερα συνιστάται η διενέργεια συμπληρωματικών προγραμμάτων κωνοποκτονίας σε ειδικές περιπτώσεις. Η ηγεσία του υπουργείου Υγείας συμβουλεύει τους πολίτες να λαμβάνουν ατομικά μέτρα προστασίας για το τσίμπημα κουνουπιών, όπως να χρησιμοποιούν εντομοαπωθητικά, αντικουνουπικά πλέγματα (σήτες) και να φορούν ρούχα που καλύπτουν μεγάλη επιφάνεια του σώματος (μακριά μανίκια και παντελόνια). Και να μένουν μακριά από στάσιμα νερά.
«Η χώρα η οποία έχει πληγεί από επιδημίες που προκαλεί ο συγκεκριμένος ιός είναι η Ρουμανία.Πριν από επτά ή οκτώ χρόνια είχαν καταγραφεί 400 κρούσματα» τονίζει ο πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ καθηγητής κ. Γ. Σαρόγλου. Παρά ταύτα, ο κ. Σαρόγλου συμβουλεύει τους πολίτες να μείνουν ψύχραιμοι για να μη δούμε και στην Ελλάδα εικόνες όμοιες με αυτές των ΗΠΑ όταν έκανε την εμφάνισή του ο ιός.
Κουνούπι ο φορέας
Κύριοι ξενιστές είναι τα πουλιά, από τα οποία ο ιός εξαπλώνεται σε ανθρώπους, άλογα και άλλα θηλαστικά. Το κουνούπι Culex φαίνεται να είναι ο βασικός ένοχος για τη μετάδοσή του. Στο αστικό περιβάλλον η μετάδοση συσχετίζεται με τη χαμηλή βιοποικιλότητα. Στην ύπαιθρο καταγράφεται περισσότερο στα δέλτα των ποταμών και στα λιμνάζοντα ύδατα, ειδικά σε περιόδους όπου αποφεύγονται οι ψεκασμοί. Ως σήμερα δεν έχει αναφερθεί μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο, παρά μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις μετάγγισης αίματος. Γίνονται έρευνες για το εμβόλιο.
Ο ιός του Δυτικού Νείλου
Ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1937 στο αίμα μιας γυναίκας από την Ουγκάντα. Ξεκίνησε από την Αφρική, ωστόσο σήμερα εντοπίζεται σε όλο τον πλανήτη. Στην Ευρώπη έχουν αναφερθεί περιστατικά σε Ρουμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ουγγαρία· στην Ελλάδα, πρώτη φορά το 1999. Η μόλυνση από τον ιό στο 80% των περιπτώσεων δεν εμφανίζει συμπτώματα. Στις υπόλοιπες, προκαλεί τον λεγόμενο πυρετό του Δυτικού Νείλου, με συμπτώματα ελαφράς γρίπης. Σπανιότερα μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλίτιδα και μηνιγγίτιδα. Η θνησιμότητα όμως, στις βαριές περιπτώσεις, μπορεί να φθάσει και στο 29% για τους άνω των 70 ετών ασθενείς. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος για τους διαβητικούς και τους ανοσοκατασταλμένους. Πηγή: tovima.gr