«ΠΙΚΑΝΤΙΚΑ» ΚΕΡΔΗ ΓΙΑ ΤΑ ΑΛΛΑΝΤΙΚΑ
Πόλεμος με στόχο τα κέρδη της «αλμυρής» αγοράς των αλλαντικών μαίνεται στην ελληνική αγορά ανάμεσα στις μεγάλες αλλαντοβιομηχανίες.
Εμπλουτίζοντας συνεχώς την γκάμα των προϊόντων τους ελπίζουν να αποκτήσουν όλο και μεγαλύτερα μερίδια από την πίτα των 450 εκατ. ευρώ που υπολογίζεται ότι αντιπροσωπεύει η ελληνική αγορά των αλλαντικών, ενώ η παρουσία των ελληνικών προϊόντων στις ξένες αγορές αποτελεί μονόδρομο για τις επιχειρήσεις, καθώς οι Έλληνες καταναλώνουν σε ετήσια βάση μόλις 85.000 τόνους αλλαντικών...
Ιδιαιτέρως κερδοφόρα αναδεικνύεται η είσοδος της αλλαντοβιομηχανίας σε νέες κατηγορίες προϊόντων. Τα τελευταία χρόνια οι καταναλωτές δείχνουν να εντάσσουν όλο και περισσότερο στη διατροφή τους τα αλλαντικά, αναζητώντας όμως προϊόντα που επιβαρύνουν όσο το δυνατόν λιγότερο τον οργανισμό. Στο σύνολό τους οι επιχειρήσεις του κλάδου έχουν αλλάξει σημαντικά την εικόνα τους, παρουσιάζοντας στην αγορά ποιοτικότερα προϊόντα και περισσότερες επιλογές αλλαντικών (βραστά, καπνιστά, ωρίμασης, με ελαιόλαδο κ.λπ.) με τις μεγάλες αλλαντοβιομηχανίες να παρουσιάζουν τα πιο καινοτόμα προϊόντα.
«Χαμόγελα» στο οκτάμηνο του 2009
Λόγω των αλλαγών αυτών, σήμερα που η οικονομική κρίση έχει μειώσει σημαντικά τις αγορές των νοικοκυριών ακόμα και σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, η αγορά των αλλαντικών δεν επηρεάζεται. Αντίθετα παρουσιάζει αύξηση, τόσο σε αξία όσο και σε όγκο πωλήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο 8άμηνο του 2009 ο όγκος των πωλήσεων αλλαντικών μέσω των αλυσίδων σούπερ μάρκετ αυξήθηκε συνολικά κατά 5,5% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2008. Συνολικά, οι Έλληνες αγόρασαν και κατανάλωσαν στο σπίτι τους 18,8 εκατομμύρια κιλά αλλαντικών όλων των ειδών από τα οποία περίπου τα 3 εκατ. κιλά ήταν αλλαντικά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Ανεξάρτητα πάντως από την αύξηση των πωλήσεων, οι Έλληνες καταναλωτές συνεχίζουν να θεωρούν τα αλλαντικά ως συμπληρωματικό τρόφιμο στη διατροφή τους. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα κινείται γύρω στα 8-8,5 κιλά, την ίδια ώρα που ο μέσος όρος της Ε.Ε. κυμαίνεται μεταξύ 18-20 κιλών. Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, το σχετικά χαμηλό ποσοστό οφείλεται τόσο στο κλίμα της Ελλάδας που δεν ευνοεί την κατανάλωση λιπαρών προϊόντων όσο και στην κακή φήμη (ποιότητα παραγωγής και πρώτων υλών) που είχαν παλαιότερα τα ελληνικά αλλαντικά, κάτι που σήμερα είναι παρελθόν καθώς οι επιχειρήσεις επενδύουν κατά κύριο λόγο στην ποιότητα των προϊόντων τους.
Κούρσα εξαγωγών Πάντως το πόσο μικρή είναι ακόμη η κατανάλωση αλλαντικών στην Ελλάδα φαίνεται και από τη σύγκριση της αντίστοιχης κατανάλωσης σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στην Ισπανία όπου ο ετήσιος τζίρος είναι της τάξης των 7 δισ. ευρώ και στις ΗΠΑ όπου ο τζίρος ανέρχεται σε 65 δισ. ευρώ. Δεν είναι, δε, τυχαίο το γεγονός ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ισπανία έχουν βρεθεί στο στόχαστρο της ελληνικής εταιρείας Creta Farm, η οποία με αιχμή του δόρατος τα προϊόντα της «Εν Ελλάδι», που περιέχουν παρθένο ελαιόλαδο αντί για ζωικό λίπος, έχει διεισδύσει ήδη στις δύο αυτές αγορές.
Στις αγορές του εξωτερικού και κυρίως στις βαλκανικές βρίσκεται εδώ και αρκετά χρόνια η αλλαντοβιομηχανία Νίκας, η οποία διαθέτει παραγωγικές μονάδες και εμπορικές θυγατρικές εταιρείες μεταξύ άλλων και στις αγορές της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Αλλά και η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου, η Υφαντής, εξάγει τα προϊόντα της στα ράφια πολλών σούπερ μάρκετ χωρών του εξωτερικού.
Κερδίζουν μερίδια τυποποιημένα και ιδιωτικής ετικέτας
Τα αλλαντικά πάγκου (χύμα) συνεχίζουν να κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στην κατανάλωση, αν και το τελευταίο διάστημα μεγαλώνει το μερίδιο και των πωλήσεων τυποποιημένων αλλαντικών, τα οποία παρουσίασαν αύξηση 7,6% σε όγκο και 5,5% σε αξία το 8άμηνο του 2009 σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Εντυπωσιακή είναι και η αύξηση των ιδιωτικής ετικέτας αλλαντικών (κατά 19,7% σε όγκο) από πέρσι, καθώς η χαμηλότερη τιμή τους αποτέλεσε την εναλλακτική λύση για εκείνους τους καταναλωτές που αναζητούσαν φθηνότερες επιλογές. Το τελευταίο διάστημα, όπως εκτιμούν επιχειρηματίες του κλάδου, οι Έλληνες καταναλωτές δείχνουν να επηρεάζονται στις επιλογές τους περισσότερο από την τιμή των προϊόντων. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος για τον οποίο τα αλλαντικά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κατέχουν περίπου το 10% της αγοράς. Στις πωλήσεις των αλυσίδων σούπερ μάρκετ 60%-65% των πωλήσεων αφορά τα αλλαντικά πάγκου ενώ 35%40% είναι τα τυποποιημένα αλλαντικά. Πηγή: http://www.tanea.gr