ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ...ΚΙΝΗΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ;
ΞΕΚΙΝΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ..ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ:
Έναρξη της διεθνούς πολυκεντρικής μελέτης MOBI-KIDS, που περιλαμβάνει ερευνητικές ομάδες από 13 διαφορετικές χώρες οι οποίες αναζητούν συσχέτιση μεταξύ της τεχνολογίας των επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των κινητών τηλεφώνων και των περιβαλλοντικών παραγόντων, με τον καρκίνο του εγκεφάλου στα νεαρά άτομα.
Οι όγκοι του εγκεφάλου είναι η δεύτερη πιο συχνή κακοήθεια, μετά τη ...λευχαιμία, μεταξύ των παιδικών κακοηθειών. Τελευταία η συχνότητα αυτών των όγκων σε νεαρά άτομα ηλικίας κάτω των 20 χρόνων έχει αυξηθεί. Αν και η επιβίωση έχει βελτιωθεί σημαντικά, η πρόληψη των όγκων του εγκεφάλου είναι ένας σημαντικός στόχος μα συνάμα και μια μεγάλη πρόκληση.
Μέχρι τώρα, λίγα είναι γνωστά για τους παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη εγκεφαλικών όγκων. Είναι γνωστό ότι μερικοί παράγοντες όπως είναι η έκθεση στην ιονίζουσα ακτινοβολία καθώς και το οικογενειακό ιστορικό κακοήθειας στον εγκέφαλο αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης όγκων του εγκεφάλου ενώ άλλοι (ιδίως περιβαλλοντικοί) πιθανόν να σχετίζονται. Στους τελευταίους ανήκουν η έκθεση σε χημικά, η διατροφή κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και η έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης κινητών τηλεφώνων. Δεδομένου και της δραματικής αύξησης της χρήσης κινητής τηλεφωνίας και άλλων επικοινωνιακών τεχνολογιών την τελευταία δεκαετία, ειδικά από τα παιδιά, κρίνεται σκόπιμη η διενέργεια μελέτης του ρόλου τους στη ανάπτυξη καρκίνου του εγκεφάλου στα νεαρά άτομα. Στις ηλικίες αυτές το αναπτυσσόμενο νευρικό σύστημα είναι πιο ευαίσθητο στην επίδραση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας ενώ η κατανομή αυτού του τύπου ενέργειας στον εγκέφαλο παιδιών και εφήβων είναι διαφορετική από των ενηλίκων. Τέλος η πρώιμη χρήση κινητών τηλεφώνων σε όλο και μικρότερη ηλικία οδηγεί σε μεγαλύτερη αθροιστικά έκθεση σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία απ’ ότι εάν η χρήση ξεκινούσε στην ενήλικη ζωή.
Ένα πρόβλημα το οποίο ανακύπτει στην προσπάθεια μελέτης των περιβαλλοντικών παραγόντων κινδύνου και της κακοήθειας στον εγκέφαλο στους νέους και που αναδεικνύεται από προηγούμενες μελέτες είναι ο περιορισμένος αριθμός παιδιών που περιλαμβάνονται σ’ αυτές. Αν και η συχνότητα του συγκεκριμένου τύπου κακοήθειας στους νέους έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, είναι ευτυχώς μια σπάνια νόσος. Επομένως για την απάντηση τέτοιων ερευνητικών ερωτημάτων απαιτούνται διεθνείς μελέτες.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, ξεκίνησε η διεξαγωγή μιας διεθνούς πολυκεντρικής μελέτης στην οποία συμμετέχουν ειδικοί επιστήμονες από 13 ευρωπαϊκές και μη χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, που θα εξετάσουν πιθανές συσχετίσεις μεταξύ της χρήσης συσκευών επικοινωνίας και άλλων περιβαλλοντικών παραγόντων κινδύνου και της ανάπτυξης εγκεφαλικών όγκων. Η χώρα μας συμμετέχει στη μελέτη με το Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εθνικός συντονιστής στην προσπάθεια αυτή είναι η κα Ελένη Πετρίδου Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Κοινωνικής Παιδιατρικής και Προαγωγής της Υγείας. Αξίζει να σημειωθεί και η συμμετοχή στη μελέτη του Κέντρου Έρευνας στην Περιβαλλοντική Επιδημιολογία (CREAL) της Βαρκελώνης με εκπρόσωπο τον Καθηγητή Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κρήτης κο Μανώλη Κογεβίνα. Η μελέτη χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις χώρες μέλη και από τοπική χρηματοδότηση για τα κέντρα που βρίσκονται σε χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην μελέτη, η οποία θα διαρκέσει 5 χρόνια, θα κληθούν να συμμετάσχουν περίπου 2000 άτομα ηλικίας από 10-24 ετών με όγκο στον εγκέφαλο και αντίστοιχος αριθμός νεαρών ατόμων χωρίς κάποια νεοπλασία στην συγκεκριμένη περιοχή. Θα χρησιμοποιηθεί λεπτομερές ιστορικό το οποίο θα καλύπτει δημογραφικούς παράγοντες, ιστορικό διαμονής και ερωτήσεις για περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κινητών τηλεφώνων. Μετά από ένα αρχικό παρασκευαστικό στάδιο διάρκειας ενός χρόνου, η πρόσκληση για συμμετοχή στη μελέτη θα ξεκινήσει το 2010.